"Και ξέρεις κάτι; Μ' έχουν κουράσει τα τυπικά "τι
κάνεις"; Έχω σιχαθεί τις προβλέψιμες συζητήσεις, τους προβλέψιμους ανθρώπους,
τις προβλέψιμες ημέρες. Μ' έχουν κουράσει οι άμυνες, οι φτηνές δικαιολογίες, τα
φτηνά όνειρα, η φτήνια στο σύνολό της. Έχω σιχαθεί το ότι θυμόμαστε τους ανθρώπους
που πέρασαν από τη ζωή μας... εραστές, φίλους, οικογένεια, εχθρούς... όχι από
το όνομά τους ή την έκφραση του προσώπου τους, αλλά από τη... σειρά κατάταξής
τους. Παντού, πάντα κι όλοι αριθμοί. Έχω βαρεθεί να ακούω για γαμήσια, προβλήματα
στη δουλειά, για το γκομενάκι που τα "πέταξε" στα μέσα κοινωνικής
δικτύωσης, για καριέρες του κώλου και για ξεκατινιάσματα. Μ' έχουν κουράσει οι
"φίλοι" που στην πραγματικότητα είναι εχθροί έτοιμοι να μου την κάνουν
στην πρώτη ευκαιρία τους οποίους κρατάω κοντά μου γιατί... έτσι προστάζει το
γνωστό ρητό. Έχω σιχαθεί τους δικούς μου ανθρώπους που είναι πάντα έτοιμοι να
με βοηθήσουν και να μου σταθούν, αλλά ποτέ δεν δύνανται να ακούσουν και να
κατανοήσουν τι εγώ πραγματικά ζητάω ή τι εγώ έχω πραγματικά ανάγκη. Έχω βαρεθεί τους χιλιάδες απλούς γνωστούς που παίρνουν στη ζωή μου τη θέση ανθρώπων που
"έσβησα", από το κινητό μου, από την οθόνη μου, από την καθημερινότητα
μου και που προσποιήθηκα, όπως όλοι, όπως κι εκείνοι πιθανώς, ότι τους έσβησα
από μέσα μου. Οικτίρω την κοινωνία η οποία κρίνει το αν θεωρούμαι επιτυχημένος όχι
μέσα από τη δουλειά και τον κόπο μου, όχι μέσα από το ταλέντο, από την καλοσύνη
και την αφοσίωσή μου, αλλά από την ικανότητα μου να "πατάω επί πτωμάτων",
ανελισσόμενος κοινωνικά κι επαγγελματικά παίρνοντας σαν αρπακτικό τη θέση, την
ψυχή και τα σωθικά των τριγύρω μου. Έχω σιχαθεί το ότι όλοι προσπαθούμε να
αμαυρώσουμε την ομορφιά, να την κάνουμε ασχήμια, αντί να αντλούμε ομορφιά μέσα
από την ασχήμια. Έχω βαρεθεί, τέλος, να ακούω ανθρώπους να μιλάνε για μοίρα,
για τον καλόβουλο Θεό, για τα καλύτερα που θα έρθουν και για τα παιδάκια στην
Αφρική που πεινάνε, προσπαθώντας να με πείσουν ότι είμαι καλά, απλά και μόνο
επειδή αναπνέω ή έχω ένα πιάτο φαγητό ή επειδή έχω την υγεία μου. Κατ' αρχήν,
για ποιά υγεία μιλάμε, όταν ζούμε σε έναν κόσμο ψυχικά άρρωστο, σε έναν κόσμο
στον οποίοι οι μισοί από εμάς θα πεθάνουμε στο τέλος από αυτοάνοσα; Και ναι,
πες με αχάριστο, αλλά δεν μου αρκεί μονάχα να αναπνέω. Κι αν ακούς απόψε το
παραλήρημά μου, μπορείς να με κρίνεις όπως θες ή μπορεί αύριο να το έχεις ξεχάσει.
Κρίνε με ως πεσιμιστή, ακόμα και μίζερο, δεν με πειράζει. Γιατί εγώ ξέρω πως έχω
προσφέρει πέντε πραγματικά χαμόγελα στη ζωή μου, ξερώ πως έχω δώσει χωρίς να
περιμένω να πάρω τίποτα σε αντάλλαγμα. Μπορείς να πεις το ίδιο για τον εαυτό
σου; Γιατί από αυτό κρινόμαστε, ξέρεις. Από τις πράξεις μας. Όχι από όσα είχαμε
μέσα μας, αρετές, λόγια, συναισθήματα. Εγώ, λοιπόν, τα έχω καλά με μένα και δεν
με νοιάζει αν θα με κρίνεις επειδή θέλω να ζω απ' τη δουλειά μου και δεν θέλω
καριέρα για να ζω για κείνη ή επειδή θέλω ποίηση στη ζωή μου και στιγμές αιώνιες
στον χρόνο. Όχι, δεν δίνω δεκάρα αν θα με κρίνεις επειδή δεν θέλω αγάπες που να
ξεχνιούνται πιο γρήγορα από έναν καφέ η έρωτες αγορασμένους στις εκπτώσεις. Δεν
ζηλεύω τις σχέσεις βολέματος κι αλληλοεκμετάλλευσης που βλέπω παντού γύρω μου
και, συγχώρα με αν μεγαλώνω και πια δεν μ' ενδιαφέρουν τόσο οι κουβέντες για
κραιπάλες, βυζιά, μόδα ή ακόμα και ποδόσφαιρο, αλλά προτιμώ να μιλάω για τέχνη,
για ιδέες, για ιδανικά. Για αληθινά συναισθήματα. Τι σπάνιο πράγμα. Ανεκτίμητο.
Σχεδόν τόσο όσο η έκφραση που έχεις πάρει στο πρόσωπό σου.
Σ' ευχαριστώ που μ' άκουσες..."
(Το συγκεκριμένο απόσπασμα είναι μέρος του, αδημοσίευτου ακόμα, μυθιστορήματος του Δημοσθένη Καραγιαννόπουλου με τίτλο "Ο άνθρωπος που θα γινόταν βασιλιάς")
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου